Έγραφα τις προάλλες, με τίτλο «Αγαπητέ Αλέξανδρε», σ ένα άρθρο που επρόκειτο να δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Αδέσμευτος Τύπος» του Δημήτρη Ρίζου αναφορικά με τη συγκινητική επιστολή ενός «13χρονου μαθητή από τη Βουλιαγμένη» ότι « δεν είμαστε όλοι – όπως έγραφε- « τσιφτετέλληνες γονείς» και ότι η μισή αλήθεια, είναι πολύ χειρότερη από το ψέμα.»
Τη θυμάστε την επιστολή του «Αλέξανδρου»; Είχε δημοσιευτεί στις; Αρχές Νοεμβρίου, στην πρώτη σελίδα της Ελευθεροτυπίας και είχε προκαλέσει αίσθηση και για τα επιχειρήματα και για τις ευαισθησίες του μικρού Αλέξανδρου αναφορικά με τις μαθητικές εκδηλώσεις, διαδηλώσεις και καταλήψεις. Από άλλες πλευρές, χωρίς να μειώνεται η αξία των επιχειρημάτων της επιστολής, είχε εκδηλωθεί έντονη δυσφορία και ισχυρή αμφισβήτηση του εάν αυτό το παιδί από τη Βουλιαγμένη είχε πράγματι γράψει το ίδιο την επιστολή ή αν του την είχε γράψει η μητέρα του ή οποιοσδήποτε άλλος. Επειδή δεν ξέρω αν το άρθρο που έγραψα για τον Αδέσμευτο Τύπο θα δημοσιευτεί τελικά, θέλω να σας υποδηλώσω ότι εγώ ανήκω στην δεύτερη κατηγορία. Αυτών δηλαδή που σφόδρα αμφέβαλλαν για το αν ο νεαρός μαθητής του σχολείου της Βουλιαγμένης είχε γράψει ο ίδιος την επιστολή. Στο άρθρο μου προχωρούσα και σε συγκεκριμένο σχολιασμό τμημάτων της επιστολής στα οποία είχα – και έχω- αντιρρήσεις. Τα επαναλαμβάνω λοιπόν και μέσα από το «Περιωδικό» ΜΑΣ για όσους δεν διαβάζουν τον Αδέσμευτο Τύπο ή και για όσους τον διαβάζουν αλλά δεν είδαν το άρθρο δημοσιεύμένο.
Έλεγα λοιπόν μεταξύ άλλων :
«Αρχικά ότι με τα περισσότερα που «γράφει» ο Αλέξανδρος, χοντρικά συμφωνώ , έχω δε ασχοληθεί και στη δική μου αρθρογραφία με τα αρνητικά πρότυπα με τα οποία «προικίζουμε» τη νέα γενιά .
Συμφωνώ με τη φράση « Ας μην τρελαθούμε, αγαπητοί μου γονείς, ανεκπαίδευτοι κατά τα άλλα. Από εσάς ξεκινά το πρόβλημα.» Και με την άλλη φράση που λέει « Δεν γεννιέται κανείς έτσι ξαφνικά παραβάτης, ούτε μας χτύπησε ίωση παραβατικότητας από τη μια στιγμή στην άλλη.»
Έτσι είναι. Αλλά οι γονείς, δεν είναι «ανεκπαίδευτοι». «Θύματα παραπληροφόρησης» είναι. Και αξίζει τον κόπο, τώρα που ξεκίνησε ,να ψάξει να βρει ποιοι και γιατί παραπληροφόρησαν και εκπαίδευσαν λάθος τους γονείς μιας ολόκληρης γενιάς
Έχει δίκιο όταν λέει « Εσείς μας την εισάγετε την παραβατικότητα μαζί με τα επώνυμα ρούχα - τα ακριβά αυτοκίνητα - τα σπίτια με τις πισίνες. Μέσα από την τηλεόραση - τα ηλεκτρονικά παιχνίδια που μας επιβραβεύουν με μπόνους, με έναν όρο, να σκοτώσουμε όλο και πιο πολλούς.»
Αλλά όλα αυτά τα προιόντα, τα …επώνυμα κακά πρότυπα , τα τεχνολογικά επιτεύγματα, ποιοι τα έφεραν, τα διαφήμισαν, τα προώθησαν σχεδιάζοντας την πλύση των εγκεφάλων μας;
Συμφωνώ ότι « Σήμερα εγκλωβιστήκατε στην καταλυτική αποχαύνωση. Και να τα ακριβά αυτοκίνητα, τα ακριβά ρούχα. Και να τα δάνεια και οι λογαριασμοί».
Μέχρι εκεί η συμφωνία μου, για να λέμε και του «στραβού το δίκιο». Από εκεί και κάτω έχω διαφωνίες και θέσεις και απόψεις που θέλω να τις καταθέσω. Και το κάνω. Δεν αξίζει άραγε τον κόπο να σκεφτεί ο νεαρότατος και γλυκύτατος «Αλέξανδρος», μέσα από ποιά διαπλεκόμενη κοινωνικοπολιτική συνωμοσία εθιστήκαμε στις πιστωτικές κάρτες, τα …διακοποδάνεια, τα αυτοκίνητα που «αν δεν τα πάρεις…θα χάσεις τα προνόμια», όπως γράφει ;
Πρέπει επίσης να πω ότι είμαι μαζί του όταν λέει « Πότε καθίσαμε σαν οικογένεια να μιλήσουμε για τους προβληματισμούς μας; Να τρέξουμε στη φύση; Ποτέ. Κάποτε όμως γινότανε.» Ωστόσο: Ποιος αναγκάζει τους γονείς να δουλεύουνε 14 και 16 ώρες την ημέρα σε 3 και 4 δουλειές , με…στραγάλια για αποδοχές , μέσα στο απόλυτο άγχος και σ΄ένα αυτοκτονικό , ανταγωνιστικό εργασιακό περιβάλλον, υπό την σπάθη της απόλυσης για «οικονομικούς λόγους»; Ωραία η φύση και η οικογενειακή συζήτηση. Υπάρχει όμως χώρος για τέτοια στο μυαλό/ κλωβό λεόντων του σύγχρονου εργαζόμενου;
Συμφωνώ ότι κάποτε τα πράγματα ήταν καλύτερα, όταν « συμβιβαζόσαστε με τη φτώχεια, αλλά ήσαστε ευτυχισμένοι γιατί ήσαστε τίμιοι, αξιοπρεπείς, η ζωή σας είχε χρώμα, γράφατε ποιήματα την ώρα της δουλειάς.». Αλλά νεαρέ μου φίλε, για δοκίμασε μεθαύριο, όταν «βγεις» να δουλέψεις να …γράψεις ποιήματα «την ώρα της δουλειάς».
Στο άρθρο θεωρούσα ότι « Καλούτσικα σου τάγραψαν αυτοί που σου τάγραψαν.» Αλλά υποσημείωνα ότι έκαναν δυο φοβερά λάθη : « 1. Σε δέσμευσαν ισοβίως να «κουβαλάς» το φορτίο πλαστότητας και σκοπιμότητας της «επιστολής» η οποία κάπου ξεφεύγει από την αθωότητα και λαικίζει πολιτικάντικα και 2. Αθώωσες με περισσή ελαφρότητα τους κάθε λογής ηθικούς αυτουργούς του περιγραφόμενου χάους.
Κι εγώ γονιός είμαι νεαρέ Αλέξανδρε. Αλλά ούτε για Λάμπρου μιλάω, ούτε για Μπεζεντάκου, ούτε για νινί και καράβια, ούτε για εύκολο χρήμα, πολεμάω τα ναρκωτικά και τη ντόπα και την πλαστότητα και τα όπλα – θάνατο και το fame story. Και σε πληροφορώ για να πληροφορήσεις τον δικό σου μέντορα / ηθικό αυτουργό ότι δεν είμαστε όλοι « τσιφτετέλληνες γονείς». Και ότι η μισή αλήθεια, είναι πολύ χειρότερη από το ψέμα.»
|