Βρέθηκα πριν από κάμποσες μέρες να μιλώ σε καμιά εκατοστή νεολαίους ΟΝΝΕΔίτες των Εξαρχείων με θέμα «Πολιτική και Νεολαία». Κάνοντας μια στοιχειώδη προετοιμασία γι αυτή την ομιλία, διαπίστωσα, ύστερα από 3-4 προσχέδια που επεξεργάστηκα, ότι δεν είχα καμία επιθυμία να τους πω κλασικές μεγαλοστομίες περί πολιτικής οι οποίες , διαβάζοντάς τις έτσι όπως τις είχα γράψει, με έκαναν εμένα να βαριέμαι. Φαντάσου αυτούς! Έτσι αποφάσισα να τους κάνω μια «άλλου στιλ» ομιλία. Και για να μην παρεξηγηθώ από τα παιδιά, αισθάνθηκα την ανάγκη να τους πω απ΄ την αρχή ότι « Δεν είμαι Κουκουέ, ακραίος, υπερσυντηρητικός, φασίστας ή ρατσιστής, λαοπλάνος, ούτε καθοδηγητής».
Και τους τα είπα μπας και παρεξηγηθώ γιατί στη συνέχεια τους είπα ότι είμαι – απλώς - ένας ελεύθερος άνθρωπος που θεωρεί ότι ξέρει πως βρίσκονται στο μεταίχμιο, με μιαν ερώτηση στο μυαλό τους : «Τώρα, τι θέλω κι ασχολούμαι εγώ μ αυτά τα πράγματα;»
Το εννοούσα. Αλλά επειδή επικρατεί η αντίληψη ότι ένας βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας πρέπει οπωσδήποτε να μιλάει για «Πατρίδα, Θρησκεία και Οικογένεια», για « Πανάρχαιες Αξίες», για την «Πορεία του Κυβερνητικού Έργου» και διάφορα άλλα ιδιαιτέρως βαρετά όταν απευθύνεται σε νεολαίους, άλλαξα γραμμή και θεώρησα χρήσιμο να εξηγήσω το γιατί.
Τους έθεσα λοιπόν το ερώτημα : « Ποια είναι η πραγματική κατάσταση σήμερα στη σχέση των νέων με την πολιτική»;
Και στη συνέχεια εξήγησα: « Φοβάμαι ότι η κάθε άποψη , έχει και τους υποστηρικτές της. Απόλυτη αντικειμενικότητα δεν υπάρχει. Όλες οι θέσεις, όλες οι απόψεις, έχουν συλλογιστική από πίσω τους. Έχουν επιχειρήματα. Και – δυστυχώς για όλους μας- κρύβουν και σκοπιμότητες. Πολιτικές σκοπιμότητες, πολιτιστικές σκοπιμότητες, κομματικές σκοπιμότητες και – κατά κύριο λόγο- οικονομικές σκοπιμότητες.»
Η ανάπτυξη του θέματος, έτσι όπως το είχα ξεκινήσει, παρουσίαζε δυσκολίες. Πώς να εξηγήσεις στον 20χρονο ΟΝΝΕΔίτη των Εξαρχείων ότι μπορείς να είσαι Νέα Δημοκρατία αλλά να μη «γουστάρεις» κανένα «προστάτη», κανένα «μεγάλο συμφέρον», κανένα «πατερούλη» πάνω απ΄το κεφάλι σου; Και να τι είπα:
« Η σημερινή, παγκοσμιοποιημένη, καταναλωτική, εμπορευματοποιημένη καλύτερα κοινωνία, υπόδουλη στους χρηματοδότες της, δεν επιθυμεί να ασχολούνται με την πολιτική, οι καλύτεροί της πελάτες, οι νέοι. Γιατί ένας νέος ή μια νέα που ασχολείται με την πολιτική, που διαβάζει, που ακούει και ανταλλάσσει απόψεις, που ψηφίζει, αποδοκιμάζει , δέχεται ή απορρίπτει ή επιδοκιμάζει βάσει επιχειρηματολογίας, είναι ένας νέος ή μια νέα που σκέπτεται. Είναι ένας νέος που ΔΕΝ καταναλώνει άκριτα και επιπόλαια προιόντα ή υποπροιόντα της κοινωνικής ελεγχόμενης εμπορευματοποίησης.»
Δεν είχα πια «δεύτερες σκέψεις». Έπρεπε όμως να τους το κάνω κάπως … « λιανά» το πράγμα. Και τους είπα:
« Οι διαφημιστές ξέρουν ότι ένας μέσος καταναλωτής δεν έχει τη δυνατότητα να δώσει 23.000 ευρώ για ένα αυτοκίνητο. Το αυτοκίνητο όμως πρέπει να πουληθεί. Γι αυτό κατασκευάστηκε. Φτιάχτηκε αναζητώντας ιδιοκτήτη. Να λοιπόν ο υποψήφιος ιδιοκτήτης, να το αυτοκίνητο, να και ο διαφημιστής. Πώς να το αγοράσει το αυτοκίνητο ο υποψήφιος αγοραστής αφού δεν έχει τα λεφτά;
Του συνιστά λοιπόν ο διαφημιστής του υποψήφιου ιδιοκτήτη, με ιδιαίτερα προκλητικό και γοητευτικό τρόπο, να πάρει ένα δάνειο , με πολύ ευνοικούς όρους από μια τράπεζα.
|