ΕΜΠΕΙΡΙΑ Εκδοτική – Δεκέμβριος
2010
Εισαγωγικό σημείωμα του
συγγραφέα
Σ’ όλους όσοι ΔΕΝ θα πιστέψουν ότι αυτή η… «γυναικεία» ιστορία είναι
αληθινή, δεν δίνω καθόλου άδικο. Δύσκολο να την πιστέψεις. Όπως άλλωστε κι
άλλες ιστορίες για γυναίκες. Γυναίκες δίπλα μας, απέναντί μας, στην άλλη άκρη
της γειτονιάς, της πλατείας…
Η κυρία Μέλπω είναι μια γυναίκα που συνήθισες να θεωρείς γυναίκα «της
διπλανής πόρτας», μια «ηρωίδα της καθημερινότητας», που συναναστρέφεσαι
καθημερινά μαζί της αλλά ξέρεις ελάχιστα, σχεδόν τίποτε γι’ αυτήν.
Γνωρίζεις ότι στήριξε και στηρίζει το θεσμό της οικογένειας και η
εξέλιξή της ως «είδους» χρειάστηκε αιώνες, αίμα, περιφρόνηση, υποβάθμιση,
πολέμους, επαναστάσεις μέχρι να αποκτήσει το αυτονόητο: την Ισότητα. Στα πάντα.
Ακόμα… και στην ενοχή.
Η «κυρία Μέλπω» είναι μια «Ιστορία της γιαγιάς μας» ίσως, μέσα από
κειμήλια και ενθυμήματα και φωτογραφίες μιας άλλης, πρότερης ζωής που δύσκολα
μπορείς να αγνοήσεις γιατί σε διαμόρφωσε. Η δική σου η γιαγιά, η δική μου, οι
γιαγιάδες όλου του κόσμου μέσα απ’ τις δικές τους ιστορίες. Τις δικές τους
πορείες. Τα δικά τους λάθη. Τις δικές τους ενοχές.
Βασικό στοιχείο της κοινωνίας μας και του πολιτισμού μας είναι η
συμπόρευση Ανατολής και Δύσης. Και βασικό ερωτηματικό μας: Πού ανήκουμε; Από δω
ή από κει; Όσο κι αν ένα πολύ μεγάλο
ποσοστό από εμάς έχει «ανατολίτικες» ρίζες, ποιος μπορεί να πει ότι ξέρει όλη
την αλήθεια για τις Ελληνίδες και τους Έλληνες της Πόλης, της Σμύρνης, του
Πόντου, της Αλεξάνδρειας, γενικά της «Ανατολής»;
Που ήρθαν στην πατρίδα διωγμένοι, κατεστραμμένοι, πληγωμένοι, φτωχοί
και καραβοτσακισμένοι, αλλά «αριστοκράτες» και πολύ περισσότερο Έλληνες από
κάποιους άλλους γηγενείς πριν από 30-40-50 χρόνια, και αφηγήθηκαν την ιστορία τους,
αλλά τόσο λίγα αυτιά φάνηκαν πρόθυμα να την ακούσουν και να την πιστέψουν;
Ίσως τώρα, που οι πόρτες της πατρίδας μας άνοιξαν, με μαζική και
αναγκαστική είσοδο Ελλήνων, ανθρώπων ελληνικής καταγωγής και ρίζας, ανθρώπων
μιας άγριας πολιτικής Διασποράς, όχι αναγκαστικά με ελληνικές ρίζες, τώρα που
αρχίζουν και πληθαίνουν οι καινούργιοι άνθρωποι και οι νέες ιστορίες από
άλλους, «άγνωστους» τόπους, να είμαστε πιο έτοιμοι ν’ ακούσουμε.
Δεν θέλω να γράφω μόνο απ’ το μυαλό μου. Μ’ αρέσει να παίρνω ερεθίσματα
από πραγματικά γεγονότα, πραγματικές ιστορίες, οδοιπορικά, ημερολόγια,
διηγήσεις, ανθρώπινες καταγραφές. Βέβαια, δεν συμφωνώ με όλα όσα καταγράφουν
αυτά τα ερεθίσματα, έχουν όμως μια δυναμική. Και το κυριότερο: δεν μπορώ να μην
αναγνωρίσω το γεγονός ότι κάποτε, μέχρις ενός σημείου, πολλά απ’ αυτά ίσχυσαν.
Και για να καταλήξω σε συμπεράσματα, έστω μερικά, διαβάζω, ερευνώ, μελετώ. Και
πρέπει να καταθέσω την άποψη ότι όλα όσα παραμένουν αδιάψευστα δεν αποκλείεται
και να είναι αληθινά.
Η ιστορία της κυρίας Μέλπως δεν είναι ολότελα
αληθινή. Το ερέθισμα ήρθε μέσα από ένα διήγημα, λίγων σελίδων, με πολύ
προσωπική γραφή της κυρίας Μελίτας Αδάμ. Εκεί, την «ανακάλυψα» την κυρία Μέλπω.
Τη «δανείστηκα» κι ευχαριστώ τη Μελίτα γι αυτό. Την… ονειρεύτηκα τον Αύγουστο
του 2007. Το φοβερό εκείνο Αύγουστο με τις δολοφονικές φωτιές, αλλά και όλες
τις τραγικές πολιτικές δολοπλοκίες και προδοσίες που έφερε η εξαγγελία των
πρόωρων εκλογών. Τη μελέτησα, τη "γνώρισα", την έσμιξα με άλλες
ιστορίες, με άλλες γυναίκες, με αλήθεια και με φαντασία
Οι τόσες εξελίξεις εκείνης της
περιόδου, περνώντας και μέσα από την πολιτικά «χαμένη διετία» 2007-2009, μας
έφεραν εδώ που βρισκόμαστε σήμερα. Και μας απέδειξαν με το χειρότερο τρόπο πόσο
σάπιο είναι το σκηνικό μέσα στο οποίο ζούμε και πόσο ύπουλο το έδαφος που
πατάμε. Σαν το σάπιο σκηνικό και το ύπουλο έδαφος ενός χαρεμιού, ενός χαμάμ,
μιας ζωής γεμάτης πόνο και εκμετάλλευση, μιας φυγής πνιγμένης στο αίμα, ενός
περίεργου μισο-ξενιτεμού,
Μιας θλιβερής, ανατολίτικης «συσκευασίας»
πόθου και πόνου. Μιας δικιάς μας ιστορίας που ποτέ δεν ακτινογραφήσαμε σωστά,
ποτέ δεν τολμήσαμε να "αγγίξουμε" στην ουσία της. Αλλά, παρ’ όλα
αυτά, υπομένουμε τις συνέπειες σε μιαν Ελλάδα που έχει δραματικά αλλάξει αλλά
που εμείς αρνιόμαστε πεισματικά να δεχτούμε ή να προσπαθήσουμε να βελτιώσουμε.
Ανθρώπινα. Κοινωνικά. Και πολιτικά. Η Μέλπω Έιντζελ είναι απλώς η
αφορμή. Είναι η ηρωίδα. Η ζωή της και οι
περιπέτειές της είναι προϊόν της φαντασίας μου. Θα ’θελα να την είχα γνωρίσει
αυτή τη γυναίκα. Αν υπήρχε. Αυτουργό. Θύτη. Και θύμα.
Ποιος ξέρει… ίσως κάποτε, σε μιαν άλλη ζωή.
Δεν το ’χω ξαναπεί: Πιστεύω σε μιαν άλλη ζωή. Αυτή εδώ δεν μου φτάνει.
Εγώ φταίω. Ξεκίνησα να ζω συνειδητοποιημένα, πολύ αργά.
Και «έχασα» πολλά. Τα αναζητώ Και
θα τα βρω.
Εισαγωγή
Το πτώμα το ανακάλυψαν οι ψαράδες να επιπλέει κάπου στ’ ανοιχτά της
Ακράτας. Σχεδόν έπεσε πάνω του μια βάρκα, ξημερώματα. Ήταν μπρούμυτα. Σαν
τουμπανιασμένο. Με εκατοντάδες σημαδάκια από δαγκωματιές στα χέρια και τα
πόδια. Και με το πρόσωπο αλλοιωμένο, φαγωμένο σχεδόν από τα ψάρια.
Το ανέβασαν στη βάρκα. Ήταν γυναίκα. Με τα ρούχα της, αλλά χωρίς
παπούτσια. Χωρίς άλλα τραύματα από τα δαγκώματα και τα τσιμπήματα.
«Πνίγηκε η δόλια», αποφάνθηκαν οι ψαράδες. Κάτι είχε πάρει τ’ αυτί τους
για μια γυναίκα που είχε εξαφανιστεί τις προάλλες αλλά… αυτό ήταν στο Διμηνιό,
πολλά χιλιόμετρα πιο πέρα.
«Έτσι είναι ο Κορινθιακός. Σε παίρνει και σε πάει πέρα μέχρι να πεις…
κύμινο», είπε ο μεγαλύτερος ψαράς.
«Κι είχε και θάλασσα χτες», συμπλήρωσε ένας άλλος.
Η διαδρομή της ζωής αυτής της γυναίκας είχε τελειώσει στο νερό. Και το
τελευταίο, άψαλτό της «ταξίδι» τής το πρόσφερε ο Κορινθιακός.
|