Περπατώντας στα καλντερίμια του Αγίου Λαυρεντίου, στο Πήλιο, το Πάσχα, έπεσα πάνω σ ένα χωρικό, γνωστό μου από τις παλιότερες επισκέψεις μου στο χωριό, λίγο …ανεξάρτητο, λίγο…επαναστάτη, απ΄ αυτούς τους πολύ ωραίους, γνήσιους τύπους που παλιότερα, στα χωριά, αποκαλούσαν μισοαστεία- μισοσοβαρά «αλαφροίσκιωτους». Τον πλησίασα για ν ανταλλάξουμε λίγες κουβέντες όπως κάνουμε πάντα και πάντα μου λέει κάτι «καλό» που το συντηρώ στη μνήμη μου και το σκέφτομαι πολύ σοβαρά, ιδίως αφού προέρχεται από κάποιον που το «λογικό» χωριό αποκαλεί «αλαφροίσκιωτο». «Τι έγινε με τα Γράμματα στον Παράδεισο»; Με ρώτησε , αναφερόμενος – προς έκπληξή μου βέβαια- στο τελευταίο μου βιβλίο. Και πριν προλάβω να του δώσω απάντηση, μου απάντησε ο ίδιος: « Λοιπόν…να το ξέρεις…τα γράμματα φτάσανε στον Παράδεισο και τα διαβάσανε όλοι. Κι απ΄ ότι ξέρω, μερικοί τσαντιστήκανε κι όλας. Τι κάνεις τώρα; Ετοιμάζεις το επόμενο; Τι θα γράψεις; Τηλεγραφήματα στην Κόλαση;» Δεν θα σας περιγράψω τη συνέχεια της κουβέντας μας που δεν ήταν και πολύ μεγάλη αφού αυτοί οι πραγματικοί αλαφροίσκιωτοι μιλάνε λίγο. Ωστόσο, τα κράτησα όλα στο μυαλό μου, τα κουβέντιασα με τον εαυτό μου, προβληματίστηκα. Και για την πορεία των γραμμάτων μου και για το επόμενο βιβλίο. Ας πούμε λοιπόν ότι γράφω τα «Τηλεγραφήματα στην Κόλαση». Σε ποιους θα τα στείλω και τι θα τους λέω; Αλλά και με ποιο τρόπο θα αποφασίσω εγώ για το ποιος βρίσκεται στην κόλαση; Με τον Παράδεισο, τα πράγματα ήταν εύκολα. Εκεί τοποθετείς όσους αγαπάς, όσους εκτιμάς και σέβεσαι, αυτούς που αγάπησε και τίμησε και θυμάται ο κόσμος. Αλλά στην Κόλαση; Το θεωρείτε εύκολο να καθορίσω εγώ ποιοι βρίσκονται εκεί; Δύσκολο αλλά και προκλητικό το θέμα. Έχω αρχίσει και το σκέφτομαι σοβαρά, κυρίως γιατί μου το πρότεινε ο αλαφροίσκιωτος του Αγίου Λαυρεντίου. Αυτός ξέρει. Πιάνει το σφυγμό του κόσμου. Είναι προκλητικός γιατί ξέρει πολύ καλά ότι κανείς δεν τον παρεξηγεί. Λέει ανοιχτά τη γνώμη του και είναι σίγουρος ότι όλοι θα τον δικαιολογήσουν. Μιλάει όταν αισθάνεται ότι θέλει να μιλήσει και σιωπά όταν δεν έχει τίποτε να πει ή όταν δεν σε γουστάρει. Και έχει όλες τις δικαιολογίες. Γιατί είναι …αλαφροίσκιωτος. Λέτε να το κάνουν σκοπίμως όλοι αυτοί οι τύποι; Να μην είναι δηλαδή ούτε αλαφροίσκιωτοι, ούτε γραφικοί, ούτε «τρελοί του χωριού», ούτε επαναστάτες, ούτε …σαλεμένοι αλλά ιδιαίτερα έξυπνοι άνθρωποι, κουρασμένοι από τη γενική βλακεία, την αναξιοκρατία και την ξεφτίλα τριγύρω τους που μέσα από αυτή τη «μέθοδο» κατάφεραν να συντηρηθούν, να επιζήσουν, να τη «βγάλουν καθαρή» όπως λέμε; Αλλά και γιατί να θέλουν να «τη βγάλουν καθαρή», γιατί να θέλουν να μπουν εν γνώσει τους στο περιθώριο, κουβαλώντας την περιστασιακή χλεύη των «λογικών»; Με τρέλανε τελείως ο φίλος μου ο αλαφροίσκιωτος του Αγίου Λαυρεντίου. Μ έκανε, μήνες τώρα, να σκέφτομαι για τη χρησιμότητα και την ουσία των πραγμάτων που κάνουμε όλοι εμείς οι «οραματιστές» και διανοούμενοι και ενεργοί πολίτες , εμείς που έχουμε μια καριέρα στα χέρια μας και προσπαθούμε να την εξελίξουμε. Εμείς που προσπαθούμε να αποκρούσουμε την απάθεια και για να το καταφέρουμε, δουλεύουμε 18 ώρες το 24ωρο. Εμείς που θέλουμε με τις ελάχιστες δυνάμεις μας να αλλάξουμε τον κόσμο. Εμείς που πιστεύουμε ότι είμαστε διαφορετικοί, προικισμένοι, καλλίτεροι από τους άλλους και που διεκδικούμε με κάθε τρόπο ένα μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας πιστεύοντας ότι το δικαιούμεθα. Δυστυχώς ή ευτυχώς, χωρίς να πιστεύω ότι δικαιούμαι ένα μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα, ανήκω στην ομάδα των «εξελίξιμων» που αναζητούν «κάτι καλλίτερο». Και αναζητώντας το, δεχόμαστε μέχρι και την ανοησία, προσπαθώντας να την ξεπεράσουμε …κομψά. Για να μην κακοχαρακτηριστούμε, κάνουμε πράγματα που δεν θέλουμε και δεν πιστεύουμε, καταπίνουμε αντιρρήσεις και προσβολές, χαμογελάμε εκεί που θα θέλαμε να …σπάσουμε μερικά κεφάλια. Αρκεί όμως να βρεθεί ένας …αλαφροίσκιωτος που να μας πει 2-3 αλαφροίσκιωτα λόγια, αρκεί μια εμφανώς αλαφροίσκιωτη συμπεριφορά στην πλατεία του Αγίου Λαυρεντίου, σε κάποια τηλεοπτικά «παράθυρα» ή μέσα στην ίδια τη Βουλή για να μας κάνει να σκεφτούμε : «Ρε συ…μήπως δεν πάμε καλά;».
|