Mου κίνησε αμέσως την προσοχή ο τίτλος σε άρθρο τού φίλου μου, δημοσιογράφου, έγκριτου σχολιαστή Θάνου Οικονομόπουλου : « Δημοσκοπήσεις επικίνδυνα καλές για την κυβέρνηση...». Το διάβασα αμέσως γιατί ξέρω ότι είναι ψύχραιμος, καλοπροαίρετος, συνήθως με καλές πληροφορίες και με «πολύ ωραίο στυλ…. βεβαίως…. βεβαίως…» που έλεγε και το τραγούδι. Το διάβασα έχοντας πράγματι στο μυαλό μου τις τελευταίες τρεις – εν πολλοίς άσκοπες- δημοσκοπήσεις που έδειχναν , μέσα σε λίγες μέρες ότι : Με 16 ποσοστιαίες μονάδες προηγείται η ΝΔ του ΣΥΡΙΖΑ σε νέα δημοσκόπηση, της Pulse για τον ΣΚΑΪ. Στις 15,4 μονάδες η διαφορά μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ στην πρόθεση ψήφου της δημοσκόπησης της Alco . Η ΝΔ παραμένει σταθερά , κατά 17,1% μπροστά στις δημοσκοπήσεις έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, σε νεότερη δημοσκόπηση της ΒΕΡΓΙΝΑ TV. Και με αυτές τις διακυμάνσεις αλλά στο ίδιο περίπου πλαίσιο στο μυαλό μου, διάβασα τις διαπιστώσεις του : « Αν βοηθάνε σε κάτι οι δημοσκοπήσεις που γίνονται σε αδιάφορο έως «νεκρό» εκλογικό χρόνο, είναι η μελέτη των ποιοτικών στοιχείων τους και οι εντυπώσεις, η «αύρα» που αφήνουν στην κοινωνία τα κόμματα. Οι ερωτηθέντες δήλωσαν ότι τα κυρίαρχα (αναλογικά) συναισθήματά τους είναι «φόβος, αγωνία, αγανάκτηση», η μεγάλη πλειοψηφία πιστεύει ότι η οικονομική κατάσταση (της χώρας αλλά και η ατομική) θα επιδεινωθεί, ανησυχεί πολύ για την πανδημία, θεωρεί ότι κάποια μέτρα για την αντιμετώπισή της καθυστέρησαν να ληφθούν, αισθάνεται μια διάχυτη ανασφάλεια». Πρώτο συμπέρασμά μου: Τι τις χρειαζόμασταν – ή τις χρειαζόντουσαν- τις «αδιάφορες» δημοσκοπήσεις που έδειχναν βασικά :1. Το στοιχείο της παγιωμένης, μεγάλης διαφοράς μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και Σύριζα, 2. Της ουσιαστικής διαφοροποίησης του μεγέθους της διαφοράς μεταξύ των δυο κομμάτων που ήταν εκτός του ορίου του λεγόμενου «στατιστικού λάθους» μεταξύ των τριών δημοσκοπήσεων και 3. Την ασάφεια που δημιουργούν, κυρίως στην ψυχοσύνθεση του πρωθυπουργού αυτές οι διαφορές. Βάζοντας «στο τραπέζι» αυτές τις παραμέτρους , δίπλα στον τίτλο του άρθρου «Δημοσκοπήσεις επικίνδυνα καλές για την κυβέρνηση...» τις συνέκρινα με τις σκέψεις του αρθρογράφου : « Η απειλή για την κυβερνώσα ΝΔ, στις δεδομένες πολιτικές ισορροπίες, είναι η εντελώς απρόβλεπτη και καταστροφική εξέλιξη των σημερινών δυσμενών συγκυριών, και ο… κακός εαυτός της. Ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος (που ψιλοεμφανίζεται δώθε-κείθε…) της ψευδαίσθησης του αλάθητου και της μη απειλούμενης παντοδυναμίας της. Και ο συνακόλουθος εφησυχασμός, που ιστορικά έχει αποδειχθεί ότι στην πολιτική είναι το πλέον καταστροφικό…». Με πιο απλά ελληνικά: Έχεις τρεις δημοσκοπήσεις που σού δείχνουν ότι προηγείσαι σταθερά. Η διαφορά των τριών δημοσκοπήσεων ως προς το προβάδισμά σου είναι μέχρι και –περίπου- δυο μονάδες. Οι ερωτηθέντες έχουν ως κυρίαρχα (αναλογικά) συναισθήματα τον φόβο, την αγωνία και την αγανάκτηση. Ξέρεις πώς στις συνθήκες που ζούμε, μπορούν από την μια στιγμή στην άλλη να ανατρέψουν όλα τα δεδομένα και τους σχεδιασμούς. Γνωρίζεις ότι δεν πρέπει να επιτρέψεις στον εαυτό σου να επαναπαυθεί στην δημοσκοπική υπεροχή σου αλλά να την θεωρήσεις κάθε άλλο παρά «δεδομένη» σ’ όσα έρχονται. Βλέπεις ότι ένα « απρόβλεπτο» 12-18% δεν θέλει κανένα από τα υπάρχοντα κόμματα, αισθάνεται πολιτικά (και κομματικά) χωρίς έκφραση και είναι τελείως απρόβλεπτο πώς θα συμπεριφερθεί στις εκλογές». Τι κάνεις; Μένεις στην «ευχάριστη αντίληψη» ότι τα λοιπά αντιπολιτευόμενα όχι μόνο δεν επωφελούνται από τις καταγραφόμενες αντιδράσεις της κοινωνίας, αλλά βλέπουν την εκλογική τους επίδοση να μειώνεται; Εκεί, ο αρθρογράφος δεν προσφέρει «μασημένη τροφή», ούτε συγκεκριμένη λύση, προφανώς γιατί δεν επιθυμεί να δώσει την εντύπωση ότι λέει ως «σοφός» στον πρωθυπουργό τι πρέπει να πράξει. Και άριστα κάνει. Έχει όμως ήδη «καθοδηγήσει» τη σκέψη του σκεπτόμενου αναγνώστη. Και εδώ, θέλω να προσφέρω την άποψή μου, έτσι ώστε συνδυάζοντας τη σκέψη του Θάνου με τη δική μου, να διευκολυνθούν όλοι να φτάσουν σε λογικοφανή συμπεράσματα : Οι δημοσκοπήσεις ΔΕΝ ΑΡΚΟΥΝ. Εργαλεία είναι. Πολλές φορές «κάπου πέφτουν έξω». Καλώς ή κακώς. Από λάθος ή –και- από πρόθεση. Η ψυχή και το μυαλό των πολιτών αλλά και τα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων σε συνδυασμό με την απόδοση των στελεχών και τις ενέργειες του «γκουβέρνου» απέναντι στο πολυμέτωπο κύμα των προβλημάτων είναι τα μόνα αποφασιστικά στοιχεία. Στη σημερινή κατάσταση, παντογνώστες δεν υπάρχουν. Ούτε και προγνώστες βέβαια. Η αλήθεια είναι μία. Και με βεβαιότητα, δεν την ξέρει κανείς. Αλλά και ΤΙΠΟΤΑ δεν μπορεί να αγνοήσει. |